Οκτώ ανοικτά μέτωπα για τον ελληνικό τουρισμό
Δεν θα πρέπει να εφησυχάζουμε», σημειώνει ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) Γιάννης Παράσχης λίγες εβδομάδες πριν από την εκπνοή του 2023, της νέας χρονιάς-αναφοράς για τον κλάδο, καθώς καταγράφονται ρεκόρ τόσο στις αφίξεις όσο και στις εισπράξεις. Με βάση τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, για το εννεάμηνο τα έσοδα είναι αυξημένα κατά 15% σε σχέση με το 2022 και κατά 11% σε σχέση με το 2019.
Ωστόσο «οι προκλήσεις είναι πολλές και πρέπει να αντιμετωπιστούν», υπογράμμισε ο επικεφαλής του ΣΕΤΕ μιλώντας στο πλαίσιο της 11ης γενικής συνέλευσης του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος, υπενθυμίζοντας την αυξημένη λειτουργική επιβάρυνση από τον πληθωρισμό, το εργασιακό κόστος, την ακριβή ενέργεια, τη δυσκολία πρόσβασης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στον τραπεζικό δανεισμό, τα υψηλά επιτόκια και τη φορολογία. Πάνω απ’ όλα όμως, έθεσε 7+1 άμεσες προτεραιότητες για τον ελληνικό τουρισμό με τις οποίες πρέπει να ασχοληθεί κυρίως η πολιτεία.
Πρώτον, τόνισε πως το προωθούμενο νομοθετικό πλαίσιο για τη ρύθμιση της βραχυχρόνιας μίσθωσης χρήζει βελτιώσεων, αφενός για να διασφαλιστεί η επί ίσοις όροις επιχειρηματική δραστηριότητα και αφετέρου επειδή σε κάποιες περιοχές αποτελεί μείζον κοινωνικό ζήτημα εύρεσης στέγης.
Δεύτερον, υπογράμμισε ότι το τέλος ανθεκτικότητας για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης δεν μπορεί να βαρύνει μόνο έναν κλάδο. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να ληφθούν υπόψη και άλλα κριτήρια, που έχουν να κάνουν με την ανταποδοτικότητα ανά προορισμό, καθώς και με τις διαφορετικές ανάγκες ανά περιοχή με γνώμονα τη χωρική και χρονική επέκταση του τουρισμού.
Τρίτον, ζήτησε τη μονιμοποίηση του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ στο τουριστικό πακέτο και στις μεταφορές, που προβλέπεται στο τελικό σχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού, προκειμένου να διασφαλιστεί η διεθνής ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουριστικού προϊόντος.
Τέταρτον, προέταξε την ανάγκη διεύρυνσης των προγραμμάτων χρηματοδότησης για την ενεργειακή αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό των ξενοδοχειακών μονάδων ανεξαρτήτως κατηγορίας, ζήτημα που συνέδεσε επίσης με την ανταγωνιστικότητα.
Πέμπτον, χαρακτήρισε δομικό ζήτημα άμεσης προτεραιότητας τη βελτίωση των δημόσιων υποδομών προκειμένου να είναι ανάλογες των ιδιωτικών επενδύσεων και της εξέλιξης των τουριστικών μεγεθών. «Οι υφιστάμενες δημόσιες υποδομές δεν επαρκούν για να καλύψουν τις απαιτήσεις των αυξανόμενων ροών, ειδικότερα, δε, εάν προσδοκούμε σε ποιοτική αναβάθμιση του προϊόντος», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Εκτον, κάλεσε τα μέτρα στήριξης που λαμβάνονται για περιοχές που πλήττονται από φυσικές καταστροφές και ακραία καιρικά φαινόμενα να είναι οριζόντια και να περιλαμβάνουν όλες τις τουριστικές επιχειρήσεις καθώς οι ζημιές δεν είναι μόνο υλικές αλλά και άυλες όπως το πλήγμα στη φήμη και την ελκυστικότητα ενός προορισμού.
Εβδομον, αλλά κορυφαίας σημασίας, χαρακτήρισε το ζήτημα του χωροταξικού που δεν έχει λυθεί επί σειράν ετών.
Ενα επιπλέον πρόβλημα μετά την πανδημία που χρήζει σημαντικής προσοχής και γρήγορων σοβαρών λύσεων είναι η αδυναμία εξεύρεσης προσωπικού. Σύμφωνα με τον Γιάννη Παράσχη, πρόκειται για «δομική πρόκληση» που απαιτεί «παρεμβάσεις στην αγορά εργασίας, με προγράμματα προσέλκυσης, κατάρτισης», ενώ θα πρέπει να βελτιωθεί και ιδίως να γίνει πιο λειτουργική και η διαδικασία μετάκλησης εργαζομένων.